Κιμονό
“Kimono”το ένδυμα, αυτό που φορώ δηλαδή, καθώς Ki (着)σημαίνει φορώ και Mono (物) σημαίνει πράγμα στην Ιαπωνική γλώσσα. Αρχικά ήταν η λέξη που χαρακτήριζε το καθημερινό ρούχο, στη σύγχρονη εποχή όμως το Kimono θεωρείται το παραδοσιακό Ιαπωνικό ρούχο. Την τελική του μορφή, αν μπορούμε να πούμε πως αυτή είναι η τελική του μορφή καθώς όλα εξελίσσονται, πήρε κατά την περίοδο Heian (794-1192). Αρχικά το ρούχο αποτελούνταν από δυο κομμάτια, όμως κατά την περίοδο αυτή δημιουργήθηκε μία νέα τεχνική που επέτρεπε να κόβονται τα υφάσματα σε μακριές ενιαίες λωρίδες και να ράβονται κατά αυτόν τον τρόπο. Οι άνθρωποι μπορούσαν να φορούν τα Kimono σε πολλές στρώσεις το χειμώνα ενώ Kimono από λινό ύφασμα το καλοκαίρι.
ΟιαποχρώσειςτωνKimono, αντιπροσώπευαν είτε την εποχή που φοριόνταν ή την πολιτική θέση κάποιου. Αυτή την περίοδο εδραιώθηκαν οι χρωματικοί συνδυασμοί των Kimono. Κατά τις περιόδους Kamakura (1192-1338) και Muromachi (1338-1573), άνδρες και γυναίκες φορούσαν ανοιχτόχρωμα Kimono, και οι πολεμιστές φορούσαν το χρώμα που εκπροσωπούσε τους αρχηγούς τους. Ενώ κατά την περίοδο Edo(1603-1868),ο Σαμουράι κάθε περιοχής μπορούσε να αναγνωριστεί από τα χρώματα και τα σχέδια των στολών τους. Έτσι η τέχνη της δημιουργίας Kimono άκμασε, τα kimono απέκτησαν μεγαλύτερη αξία και έγιναν οικογενειακά κειμήλια τα οποία περνούσαν από γενιά σε γενιά. Τέλος, κατά την περίοδο Meiji (1868-1912) όλα τα μέλη της Κυβέρνησης και οι αξιωματικοί του στρατού υποχρεώνονταν από το νόμο να φορούν Kimono. Ενώ, για τους πολίτες που φορούσαν Kimono σε ειδικές περιστάσεις και εορτές, τα Kimono έφεραν τα σύμβολα του οίκου τους.
Σήμερα τα Kimono φοριόνται κυρίως από ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας στην καθημερινή ζωή. Οι νεώτερες γενιές φορούν τα Kimono σε περιστάσεις όπως γάμους, φεστιβάλ, τελετές τσαγιού, κηδείες κλπ.